
Σήμερα συμπληρώνονται οκτώ χρόνια από την ημέρα που μέλη της Χρυσής Αυγής δολοφόνησαν τον 27χρονο Σαχζάτ Λουκμάν, Πακιστανό μετανάστη, στα Πετράλωνα, την ώρα που ο ίδιος πήγαινε στη δουλειά του. Έκτοτε έχουν μεσολαβήσει πολλά· οι δράστες καταδικάστηκαν, ενώ η ανάδειξη των ρατσιστικών κινήτρων της δολοφονίας αποτέλεσε σημαντικό σταθμό στην καταδική της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης τον περασμένο Οκτώβριο. Η δολοφονία του Σαχζάτ Λουκμάν έφερε στο προσκήνιο την ιδιότητα του πρόσφυγα και του μετανάστη που βίωνε για χρόνια την βία των νεοναζιστών, συχνά υπό την ανοχή του επίσημου κράτους. Ο Σαχζάτ Λουκμάν έγινε σύμβολο της αργοπορημένης συντεταγμένης απάντησης της ελληνικής δημοκρατίας απέναντι στους υπονομευτές της. Στο «Σημείο» τιμούμε τη μνήμη του, θυμίζοντας λίγα από όσα ειπώθηκαν ή γράφτηκαν γύρω από την δολοφονία του και την δίκη που ακολούθησε, ενώ χθες και σήμερα οργανώθηκαν πορείες στα Πετράλωνα, τόπο της δολοφονίας του, από κόμματα και συλλογικότητες.

Δημήτρης Χριστόπουλος (Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου), εφ. «Το Βήμα», 17/3/2019:
«Είναι συγκλονιστικό ότι στις αρχές του 2013 στην Ελλάδα η ανθρωποκτονία που έχει ως κίνητρο την αλλοδαπότητα του θύματος δεν επιχειρείται να κρυφτεί. Το ρατσιστικό έγκλημα είναι αυτό που λέμε loud crime. Θέλει να το φωνάξει, όχι να προφυλαχθεί. Δύο κανονικοί άνθρωποι –όχι κάποιοι ψυχοπαθείς ας πούμε– σκοτώνουν έναν άλλον και στο κατόπιν ούτε να καλυφθούν δεν τρέχουν. Κι αυτό, διότι η αντίληψη που τους ωθεί στο φόνο τους έχει κάνει να πιστέψουν ότι ο φόνος αυτός ήταν δίκαιος και επιβεβλημένος καθώς οι ξένοι «μας κάνουν κακό».
[…] Η έννομη τάξη της Ελλάδας, όπως και οι περισσότερες έννομες τάξεις του κόσμου, επιφυλάσσουν μια αυστηρότερη μεταχείριση στα εγκλήματα ρατσιστικού κινήτρου. Θεωρούν ότι οι δράστες των εγκλημάτων ρατσιστικού κινήτρου είναι οι πιο επικίνδυνοι για τη δημόσια τάξη και την κοινωνική ειρήνη, καθώς στρέφονται απρόκλητα εναντίον οποιουδήποτε ανθρώπου πληροί τις φυλετικές ή άλλες προδιαγραφές του θύματός τους. Και το κάνουν αυτό, σπρωγμένοι από μια διεστραμμένη αίσθηση του καθήκοντος να προστατέψουν την «φυλή» τους από τους αλλοδαπούς εισβολείς που μας «κάνουν κακό». Πιστεύουν, κοινώς, πως κάνουν το σωστό. Κατά την άποψή τους, δεν εγκληματούν, αλλά αμύνονται.
Αυτή είναι η πεμπτουσία του ρατσιστικού εγκλήματος: η κάμψη όλων των ηθικών φραγμών που μπορεί να έχει ένας νοήμων άνθρωπος λόγω της πεποίθησης ότι αρκεί η παρουσία και μόνο ενός άλλου προσώπου για να κινητοποιήσει την εγκληματική του συμπεριφορά. Αρκεί το πρόσωπο αυτό να λογίζεται ως απειλή στο όνομα των τοξικών δοξασιών της ιδεολογίας του.»
Θανάσης Καμπαγιάννης (Συνήγορος πολιτικής αγωγής οικογένειας Λουκμάν): «Η απόφαση δικαιώνει απόλυτα ότι ο θάνατος του Σαχζάτ ήταν αποτέλεσμα μιας φριχτής ρατσιστικής δολοφονίας. Η αναγνώριση ελαφρυντικών στέλνει λάθος μήνυμα και είναι ανακόλουθη με το βασικό πόρισμα της αποδεικτικής διαδικασίας, που είναι ότι η δολοφονία ήταν προμελετημένη ρατσιστική ενέργεια. Οριστική δικαιοσύνη θα αποδοθεί μόνον όταν οι ηγέτες της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή που έσπειρε το ρατσιστικό δηλητήριο βρεθούν και αυτοί πίσω από τα κάγκελα της φυλακής».
Τάκης Ζώτος (Συνήγορος πολιτικής αγωγής οικογένειας Λουκμάν): «Ζητήσαμε από το δικαστήριο επτά ψήφους για τις επτά μαχαιριές στο σώμα του Λουκμάν και το δικαστήριο δέχτηκε ομόφωνα ότι επρόκειτο για μια ρατσιστική δολοφονία με άμεσο δόλο. Ηταν μια νίκη. Είδατε ότι το ακροατήριο ήταν γεμάτο, το δικαστήριο οδηγήθηκε σ’ αυτή την απόφαση επειδή ολόκληρη η ελληνική κοινωνία είχε δεχτεί ήδη ότι επρόκειτο για μια ρατσιστική δολοφονία».
Ελένη Τάκου (βοηθός – συντονίστρια του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας όταν δολοφονήθηκε ο Σαχζάτ Λουκμάν): Την εποχή της δολοφονίας του Σαχζάτ Λουκμάν, το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, που αποτελεί την πιο αξιόπιστη πηγή πληροφόρησης για τα ρατσιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα, είχε καταγράψει πάνω από 200 επιθέσεις εναντίον αλλοδαπών και είχε πολλαπλώς επισημάνει την ανάγκη λήψης μέτρων εναντίον των οργανωμένων ομάδων ρατσιστικής βίας. Για τη συγκεκριμένη δολοφονία σημειώνει ότι «ο τρόπος και τα μέσα τέλεσης της συγκεκριμένης δολοφονίας καθώς και η ετοιμότητα με την οποία έδρασαν οι κατηγορούμενοι προσιδιάζουν στο modus operandi ρατσιστικών επιθέσεων που έχουν διαπραχθεί από τις λεγόμενες “οργανωμένες ομάδες κρούσης”»
Και όμως, παρότι οι δύο δράστες ομολόγησαν αμέσως αφού συνελήφθησαν και παρότι στην έρευνα που έγινε κατόπιν στα σπίτια τους βρέθηκε προεκλογικό υλικό της Χρυσής Αυγής και οπλοστάσιο που σαφώς προσιδιάζει στα τάγματα εφόδου του νεοναζιστικού κόμματος, η αστυνομία δεν διερεύνησε τις ενδεχόμενες διασυνδέσεις των κατηγορουμένων με τη Χρυσή Αυγή ούτε διέγνωσε ρατσιστικά κίνητρα πίσω από τη δολοφονία, η οποία αποδόθηκε σε διαπληκτισμό.
Προφανώς, οι διωκτικές αρχές θεώρησαν ότι δύο άνθρωποι που κουβαλάνε μαζί τους μαχαίρια ενώ πηγαίνουν βόλτα και για τους οποίους προκύπτουν σαφείς διασυνδέσεις με νεοναζιστικές ομάδες είναι πιο λογικό να μαχαιρώσουν εφτά φορές εν ψυχρώ έναν αλλοδαπό «διά ασήμαντον αφορμή» παρά ορμώμενοι από ρατσιστικά κίνητρα.
Ένα πεδίο στο οποίο προνομιακά ο ακροδεξιός λόγος διεκδικεί ιδεολογική αποκλειστικότητα είναι η καθαρότητα του γλωσσικού πολιτισμού του κυρίαρχου έθνους εντός του κράτους.
Το Σημείο αποχαιρετά το 2021 και μπαίνει στο 2022 έχοντας πίσω του 14 μήνες λειτουργίας. Τι κάναμε αυτό το διάστημα;
Στην Ελλάδα η δράση ακροδεξιών στοιχείων στην Αστυνομία είναι κοινό μυστικό – τόσο κοινό, που τείνει να μην εντυπωσιάζει κανέναν.