
Βαγγέλης Καραμανωλάκης
Αναπληρωτής Καθηγητής Θεωρίας και Ιστορίας της Ιστοριογραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Αφίσα από τον αντιδικτατορικό αγώνα στη Γερμανία
Από το αρχείο των ΑΣΚΙ
Ένα μήνα περίπου πριν, καθώς περιμέναμε την απόφαση για τη Χρυσή Αυγή, μου ήλθαν στο μυαλό οι δίκες της χούντας. Μου ήλθαν στο νου οι τεράστιες λαϊκές συγκεντρώσεις στους δρόμους και τις πλατείες σε όλη την Ελλάδα που ζητούσαν την αποχουντοποίηση. Γιατί εάν η δίκη της Χρυσής Αυγής ήταν η μεγαλύτερη σε διάρκεια δίκη της Μεταπολίτευσης, δεν ήταν η μόνη που απασχόλησε την κοινή γνώμη, ούτε η μόνη που προκάλεσε ένα μαζικό κίνημα διαμαρτυρίας. Και ακόμη και εάν οι πολύ πρόσφατες απφάσεις της κυβέρνησης για την καθολική απαγόρευση των συγκεντρώσεων, εν όψει της πορείας για το Πολυτεχνείο, μου φέρνουν στο μυαλό άλλους συνειρμούς για τον αυταρχισμό και την αυθαιρεσία της, μέρες που είναι, θέλω να ξαναγυρίσω σε εκείνες τις δίκες. Γιατί το να μπορείς, νομίζω, να συνδέεις τη σημερινή εμπειρία με εκείνη του χθες είναι ένα κρίσιμο στοιχείο για την κατανόηση των όσων συμβαίνουν, αλλά κυρίως για το σχεδιασμό των επομένων.
Σκέφτομαι πολύ τη δίκη των πρωταιτίων της σφαγής του Πολυτεχνείου. Μια δίκη που διήρκεσε περίπου διόμισυ μήνες, από τα μέσα του Οκτώβρη έως και τον Δεκέμβρη του 1975. Στο τέλος εκείνου του χρόνου, όσοι θεωρήθηκαν πρωταίτιοι της καταστολής, ο Δημήτριος Ιωαννίδης, ο Νικόλαος Ντερτιλής και ο Σταύρος Βαρνάβας, καταδικάστηκαν σε ισόβια, ο αρχιδικτάτορας Παπαδόπουλος σε 25 χρόνια, ενώ άλλοι σε μικρότερες ποινές. Είχαν προηγηθεί οι δίκες των πρωταιτίων του πραξικοπήματος, με βαρύτατες ποινές για τους περισσότερους που άγγιξαν και τη θανατική καταδίκη. Κι ήταν ακόμη και οι δίκες ορισμένων βασανιστών που, αποδεικνύοντας όμως και τα στεγανά που υπήρχαν ακόμη για τα σώματα ασφαλείας, έπεσαν οι περισσότεροι στα «μαλακά».
Σκέφτομαι πολύ, τον τελευταίο καιρό, αυτές τις δίκες. Δεν ήταν καθόλου αυτονόητες, αντιθέτως η διεξαγωγή τους υπήρξε η συνισταμένη πολλών παραγόντων. Ένας από τους κυριότερους ήταν, αναμφίβολα, η εξέγερση του Πολυτεχνείου. Αν το Πολυτεχνείο δεν ήταν προφανώς η αιτία για να πέσει η χούντα, από την άλλη πλευρά μετά την αιματηρή καταστολή του το καθεστώς έχασε κάθε επιχείρημα για τον ειρηνόφιλο χαρακτήρα του ή τη λαϊκή αποδοχή του. Την ίδια ώρα, οι διαδηλώσεις και οι διαμαρτυρίες στο εξωτερικό επανέφεραν ακόμη πιο έντονη την απέχθεια και τις καταγγελίες για τη χούντα των Αθηνών. Το αίμα που χύθηκε τις μέρες του Νοέμβρη στοίχειωσε την ελληνική κοινωνία, άνοιξε ένα βαθύ χάσμα, έκανε αναπόφευκτη τη δίωξη όσων εγκλημάτησαν. Την επόμενη μέρα της πτώσης του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, η δίωξη των χουντικών μετατράπηκε σε λαϊκό αίτημα, έγινε αντικείμενο διεκδίκησης από ένα πλήθος κόσμου που ξεχύθηκε στους δρόμους. Χιλιάδες άνθρωποι απαιτούσαν καθημερινά την αποχουντοποίηση και κυρίως την τιμωρία και την κάθαρση. Και όπως και στην περίπτωση της δίκης της Χρυσής Αυγής, το κίνημα αυτό που διεκδίκησε την τιμωρία των ενόχων αποτέλεσε αποφασιστικό μοχλό πίεσης για την απονομή της δικαιοσύνης, αλλά και την κάθαρση σε τομείς της κρατικής μηχανής. Όπως και το 1975, οι χιλιάδες πολίτες που διαδήλωσαν έξω από το δικαστικό μέγαρο θύμιζαν ότι δεν είναι αθώοι. Και σηματοδοτούσαν το πέρασμα από τη σιωπηρή αποδοχή ή την ανοχή στην εναντίωση. ΄Ηταν ένα πέρασμα κρίσιμο για τη θεμελίωση των δημοκρατικών θεσμών τότε, και σήμερα για τη διάλυση των θυλάκων του νεοφασιστικού μορφώματος.

Οι δίκες εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος, το 1975, δέχτηκαν έντονες κριτικές από ένα σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης που εν πολλοίς φοβόταν ότι η Μεταπολίτευση δεν ήταν τίποτε άλλο παρά «αλλαγή της νατοϊκής φρουράς». Οι κριτικές δεν ήταν αναίτιες: δικάστηκαν μόνο οι πρωταίτιοι, ενώ με βάση το εύρημα του «στιγμιαίου αδικήματος» ο κρατικός μηχανισμός αλλά και τα σώματα ασφαλείας έμειναν εν πολλοίς άθικτα, η καταδίκη σε θάνατο των «συνταγματαρχών» μεταβλήθηκε σε ισόβια. Κι όμως σήμερα ξέρουμε ότι οι δίκες αυτές αποτέλεσαν ένα από τα πρώτα παγκόσμια παραδείγματα τιμωρίας των δικτατόρων και ότι οι καταδικασμένοι έμειναν πολλά χρόνια έγκλειστοι. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο Δημήτριος Ιωαννίδης, ο Νικόλαος Ντερτιλής πέθαναν στη φυλακή. Η καταδίκη τους υπήρξε καταλυτική για τη διάλυση του φόβου που είχε δημιουργήσει η χούντα και η πιθανή επανάκαμψή της. Γιατί, όπως έδειξαν οι δίκες, η δημοκρατία είχε όλα τα θεσμικά όπλα να αντιμετωπίσει τους εχθρούς της, εκείνους που την είχαν καταλύσει. Και αυτό ήταν ένα πολύτιμο δίδαγμα για τις δυνατότητες του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Αυτές τις δυνατότητες τις είδαμε και λίγες βδομάδες πριν, όταν η ηγεσία της Χρυσής Αυγής βρέθηκε στη φυλακή. Κι η καταδίκη της ήταν η δικαίωση της επιλογής της αντιμετώπισής σαν εγκληματικής οργάνωσης και της απαίτησης από την πολιτεία να σταθεί απέναντί της με βάση τους συντεταγμένους κανόνες της. Ήταν η δικαίωση μιας λογικής που αξιοποίησε όλα τα θεσμικά όπλα που είχε στα χέρια της, παρά τις δυσχέρειες και τα προσκόμματα που συνάντησε επί μακρόν, αλλά και τις αμφισβητήσεις εκ των έσω.
47 χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, η καταδίκη της Χρυσής Αυγής ήταν γι’ άλλη μια φορά και η καταδίκη της 21ης Απριλίου, αγαπημένης ιστορίας αναφοράς των χρυσαυγιτών, και όσα αυτή συμβολίζει. 47 χρόνια μετά, η καταδίκη της Χρυσής Αυγής έδειξε ότι υπάρχουν ακόμη αγώνες που ξεκινώντας από τη διεκδίκηση της ελευθερίας και της δημοκρατίας μπορούν να είναι επιτυχείς, να κινητοποιούν τους πολίτες και να στέκονται εμπόδιο στην επέλαση του φασισμού. Σε αυτούς τους αγώνες η εξέγερση του Πολυτεχνείου στέκει πάντα ένα φωτεινό ορόσημο. Όχι σαν η απόδειξη της συλλογικής εναντίωσης εναντίον της χούντας ή ως αποτέλεσμα της δράσης όλων των πολιτικών παρατάξεων. Ποτέ δεν ήταν κάτι τέτοιο. Το Πολυτεχνείο, θέλουμε δεν θέλουμε, υπήρξε αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας και της αυτοθυσίας νέων κυρίως ανθρώπων που επιδίωξαν να ρίξουν το δικτατορικό καθεστώς αλλά και να αλλάξουν τον κόσμο και τη ζωή τους, στο πλαίσιο μιας εξεγερσιακής λογικής που συνομιλούσε με όλη τη διεθνή ατμόσφαιρα της εποχής. Αν σήμερα μπορούμε όλοι να αναγνωρίσουμε και να αποδεχόμαστε τα αιτούμενα αυτής της εξέγερσης είναι κέρδος για την κοινωνία μας και το πολιτικό μας σύστημα. Αλλά αυτό δεν μπορεί να μεταβάλει την ταυτότητά του ούτε να αντιστρατευτεί τον ιστορικό χαρακτήρα του.
Οι Ρομά αποτελούν διαχρονικά θύματα διακρίσεων, ρατσιστικής συμπεριφοράς, ακόμα και πογκρόμ που κατέληξαν σε εκκαθαρίσεις. Το Ολοκαύτωμα των Ρομά δεν έτυχε ποτέ της απαραίτητης προσοχής. Να γιατί δεν είναι ευρέως γνωστό πως στα στρατόπεδα εξόντωσης θανατώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες Ρομά.
Τι λέει η GenZ για τη δικτατορία που δεν την έζησε; Ποια ντοκιμαντέρ αποτυπώνουν τα γεγονότα και την ατμόσφαιρα της επταετίας 1967–1974; Ποια τραγούδια ενέπνευσαν και εμψύχωσαν την αντίσταση στα χρόνια της χούντας