Το καλοκαίρι του 1995 είχα μόλις αρχίσει να κάνω δημοσιογραφική άσκηση στο τμήμα διεθνών ειδήσεων και η δουλειά μου ήταν να κόβω τηλεγραφήματα και να τα τακτοποιώ ανά θέμα. Όσα είχαν τον τίτλο «Σρεμπρένιτσα» είχα μάθει να τα αγνοώ. Η άφατη, πλην αφομοιωμένη, «εθνική γραμμή» ήταν πως αυτή η σφαγή δεν συνέβη γιατί οι αδερφοί μας χριστιανοί Σερβοβόσνιοι δεν σκοτώνουν, ειδικά με τόσο αποτρόπαιο τρόπο. Οτιδήποτε άλλο μεταδίδεται στον γερμανικό ή τον γαλλικό Τύπο συνιστούσε δυτική προπαγάνδα. Η στάση αυτή ήταν περίπου ομόφωνη. Στις δημοσκοπήσεις, πάνω από το 90% της κοινής γνώμης θεωρούσε δίκαιο τον… «ηρωϊκό» αγώνα των Κάρατζιτς-Μλάντιτς, ουδεμία υπόνοια υπήρχε περί εγκλημάτων πολέμου και οι φωνές όσων υποστήριζαν το αντίθετο ηχούσαν στην καλύτερη περίπτωση αιρετικές, αν όχι «ευρωλιγούρικες».
(Βέβαια το ίδιο συνέβαινε στις δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες, με τις πιο προοδευτικές φωνές να σπάνε τη φιλοβοσνιακή ομοφωνία και να γίνονται απολογητές του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, όπως π.χ. ο Πέτερ Χάντκε, του οποίου η στάση στη διάρκεια του πολέμου στη Βοσνία επανήλθε ως σκιά ακόμη και κατά τη βράβευσή του με Νόμπελ το 2019).
Η Σρεμπρένιτσα για τα περισσότερα mainstream ελληνικά ΜΜΕ απλώς δεν έγινε. Μια δεκαετία αργότερα, με κοινή διακήρυξη τους 163 πανεπιστημιακοί, πολιτικοί, δημοσιογράφοι και διανοούμενοι ζήτησαν δημοσίως συγγνώμη από τις οικογένειες των 8.000 θυμάτων και απαίτησαν να λογοδοτήσουν όσοι έλληνες εθελοντές, ανάμεσά τους μέλη της Χρυσής Αυγής, συνέπραξαν στο έγκλημα.
Ήταν και για μένα μια στιγμή προσωπικής ενοχής.
Η φωτογραφία είναι από τη σημαντικότερη έρευνα που έχει γίνει για την ελληνική συμμετοχή στη σφαγή της Σρεμπρένιτσα από την ομάδα του XYZ contagion.